Το ευεργέτημα της απογραφής – Ο τρίτος δρόμος μεταξύ αποδοχής κι αποποίησης της κληρονομιάς
Πολλές φορές τη θλίψη για τον θάνατο ενός προσώπου διαδέχεται ο πανικός των οικείων του για το κατά πόσο θα πρέπει να αποδεχτούν ή όχι την περιουσία που αφήνει πίσω του. Το ερώτημα τίθεται επιτακτικά στο προσκήνιο κυρίως για δύο λόγους. Αφενός γιατί ο νόμος ορίζει ότι η απόφαση αυτή πρέπει να παρθεί εντός τετράμηνης προθεσμίας μετά τον θάνατο, κι αφετέρου γιατί πολλές φορές η κληρονομιαία περιουσία αποτελείται όχι μόνο από ενεργητικό αλλά κι από παθητικό, από χρέη δηλαδή του αποβιώσαντος προς τρίτους. Στη περίπτωση που ο εν δυνάμει κληρονόμος αποδεχτεί την κληρονομιά, είτε ρητά είτε σιωπηρά (με την άπρακτη παρέλευση του τετραμήνου), κληρονομιαία περιουσία και προσωπική περιουσία του κληρονόμου γίνονται ένα. Αυτό σημαίνει ότι οι τρίτοι έναντι των οποίων είχε εκκρεμούσες οφειλές ο θανών να μπορούν πλέον να επιδιώξουν την ικανοποίησή τους και μέσω της περιουσίας του κληρονόμου. Γι’ αυτό το λόγο επιλέγεται πολύ συχνά η εύκολη λύση της αποποίησης όλη της περιουσίας του κληρονομούμενου, με σχετική δήλωση στη γραμματεία του δικαστηρίου της κληρονομίας. Ο νόμος όμως δίνει και μία τρίτη εναλλακτική, εκείνη της αποδοχής μεν αλλά με το «ευεργέτημα της απογραφής» δε.
Σύμφωνα με το άρθρο 1902 του Αστικού Κώδικα ορίζεται ρητά ότι όσο ο κληρονόμος έχει δικαίωμα να αποποιηθεί την κληρονομία, εντός δηλαδή της τετράμηνης προθεσμίας από τον θάνατο, ο τελευταίος μπορεί να δηλώσει ότι την αποδέχεται με το ευεργέτημα της απογραφής, καταθέτοντας σχετική δήλωση στη γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας. Αυτόματα η ατομική περιουσία του κληρονόμου προστατεύεται από τα χρέη της κληρονομιάς καθώς πλέον μιλάμε για δύο χωριστά οικονομικά μεγέθη. Κατόπιν ξεκινά μία νέα τετράμηνη προθεσμία εντός της οποίας ο ενδιαφερόμενος κληρονόμος θα πρέπει να καταθέσει αίτηση ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου για αποδοχή της κληρονομιάς με το ευεργέτημα της απογραφής επισυνάπτοντας όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά όπως πιστοποιητικό εγγύτερων συγγενών κ.α. Ο Ειρηνοδίκης αφού ελέγξει προσεκτικά την αίτηση και την κάνει δεκτή, διατάσσει την απογραφή της κληρονομιάς από έναν συμβολαιογράφο και δύο πραγματογνώμονες. Συνήθως αρμόδια προς τούτο ορίζονται τα πρόσωπα που ο ίδιος ο κληρονόμος έχει υποδείξει με την αίτησή του στον δικαστή. Το διάστημα δε από την αίτηση μέχρι και την έκδοση της απόφασης αυτής του Ειρηνοδίκη η ως άνω τετράμηνη προθεσμία παγώνει. Μετά την ανάθεση όμως από την Ειρηνοδίκη της απογραφής της κληρονομιάς, ο συμβολαιογράφος και πραγματογνώμονες πρέπει να καταγράψουν, εντός της προθεσμίας η οποία με την απόφαση εκκινεί να τρέχει και πάλι, τόσο το ενεργητικό όσο και το παθητικό αυτής. Για το σκοπό αυτό συντάσσεται έκθεση η οποία φέρει τον συμβολαιογραφικό τύπο κι επιπρόσθετα νέα συμβολαιογραφική πράξη αποδοχής της κληρονομιάς με το ευεργέτημα της απογραφής η οποία θα πρέπει να μεταγραφεί στο οικείο υποθηκοφυλακείο.
Με αυτή τη δυνατότητα που του παρέχει ο νόμος, ο εν δυνάμει κληρονόμος ουσιαστικά κερδίζει χρόνο, προστατεύει την περιουσία του από τα χρέη του αποβιώσαντος, τα οποία εξοφλούνται από το ενεργητικό της κληρονομιάς και μόνο. Εκείνος αντίθετα επωφελείται ουσιαστικά μόνο από το ενεργητικό της περιουσίας που απομένει. Η λύση αυτή προκρίνεται ιδίως στις περιπτώσεις εκείνες όπου διατηρούνται αμφιβολίες ή δεν υπάρχει σαφή γνώση της έκτασης του παθητικού της κληρονομιάς αλλά ταυτόχρονα οι συγγενείς του αποβιώσαντος δεν θέλουν απεμπολήσουν γι’ αυτό το λόγο το δικαίωμά τους εν τω συνόλω στην κληρονομιά καταφεύγοντας από φόβο στην αποποίηση της.
Το παρόν δεν αποτελεί νομική ή άλλη επαγγελματική συμβουλή και για οποιοδήποτε νομικό πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι αναγνώστες θα πρέπει να αναζητήσουν τον αντίστοιχο επαγγελματία.