Το έγκλημα της δωροληψίας υπαλλήλου – ορισμοί, προϋποθέσεις
Διαβάζουμε στο άρθρο 235 του ΠΚ στην πρώτη παράγραφο ότι τιμωρείται με φυλάκιση ή με χρηματική ποινή εκείνος ο υπάλληλος ο οποίος ζητεί ή λαμβάνει άμεσα ή μέσω τρίτου, για τον εαυτό του ή για άλλον, οποιοδήποτε φύσης αθέμιτο ωφέλημα, ή αποδέχεται την υπόσχεση παροχής τέτοιου ωφελήματος, για ενέργεια ή παράλειψή του σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων του, μελλοντική ή ήδη τελειωμένη.
Όπως γίνεται δεκτό η παρανομία στο έγκλημα αυτό που τελείται κατά την υπηρεσία έγκειται στην αντίφαση προς την κανονικότητα διεξαγωγής της δημόσιας υπηρεσίας και στη μείωση του κύρους του κράτους. Έτσι και με την διάταξη αυτή επιχειρείται να προστατευτεί το κύρος των δημοσίων υπηρεσιών και η εμπέδωση της εμπιστοσύνης των πολιτών για τη σύννομη, ακέραιη και αμερόληπτη λειτουργία τους.
Αρχικά από την διατύπωση αυτή του νόμου συγκρατούμε τα εξής: αφενός ότι πρέπει να πρόκειται περί υπαλλήλου. Σύμφωνα με το άρθρο 13 του Π.Κ. υπάλληλος είναι εκείνος στον οποίο νόμιμα έχει ανατεθεί, έστω και προσωρινά, η άσκηση υπηρεσίας δημόσιας, δημοτικής ή κοινοτικής ή άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου. Έτσι δράστης του εγκλήματος είναι για παράδειγμα ο αρμόδιος υπάλληλος της πολεοδομίας, ο ιατροδικαστής στον οποίο ανατέθηκε η νεκροψία από τον ανακριτή, γενικά ο ιατρός του ΕΣΥ, ακόμα και εκείνος ο διευθυντής κλινικής δημοσίου νοσοκομείου ο οποίος συνδέεται με αυτό με σχέση ιδιωτικού δικαίου (Μαργ. Ερμηνεία Ποινικού Κώδικα αρ. 235). Αφετέρου αρκεί ο εν λόγω υπάλληλος είτε να ζήτησε είτε να έλαβε κάποιο αθέμιτο δώρο είτε να αποδέχτηκε την υπόσχεση παροχής τέτοιου ωφελήματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο δράστης εν προκειμένω τιμωρείται το ίδιο είτε απαιτεί είτε απλώς λαμβάνει κάθε είδους παράνομη αμοιβή, εξυπηρετήσεις ή άλλα ανταλλάγματα προκειμένου να ενεργήσει υπέρ του δότη. Δεν έχει δε σημασία ποιος είχε την πρωτοβουλία από τους δύο εμπλεκόμενους ούτε αν η ενέργεια ή η παράλειψη του υπαλλήλου πραγματοποιήθηκε ή όχι ή αν αυτός σκόπευε ειλικρινά να την πραγματώσει (Ολ ΑΠ 6/1998).
Ο νόμος δηλαδή, σε επίπεδο αντικειμενικής υπόστασης, δεν διαχωρίζει μεταξύ του υπαλλήλου που ενίοτε εκβιαστικά και μετ’ επιτάσεως ζητά ένα αθέμιτο ωφέλημα προκειμένου να ενεργήσει κι εκείνου που απλώς το λαμβάνει, πολλές φορές αφού έχει ήδη ασκήσει τα καθήκοντά του. Ως απαίτηση βέβαια δεν νοείται μόνο η συγκεκριμένη, αλλά κάθε μονομερής αξίωση του υπαλλήλου για παροχή δώρων η οποία μπορεί γίνει ευθέως από τον ίδιο ή μέσω άλλου, ρητή ή έμμεση αλλά και συμπερασματικά συναγόμενη – για παράδειγμα όταν γίνεται με χειρονομίες και μπορεί με ασφάλεια να διαπιστωθεί ότι ο υπάλληλος ζητά αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες του. Αντιστοίχως έχει κριθεί ότι η λήψη συνίσταται επί πραγματικής αποδοχής του προσφερόμενου δώρου το οποίο περιήλθε στον υπάλληλο ακόμη και με την απραξία του που δεν μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά και με τη συμπεριφορά του η οποία γενικώς υποδηλώνει την πρόθεσή του να καρπωθεί το όφελος.
Εκ νέου αξίζει να τονιστεί είναι αδιάφορο αν το παράνομο δώρο δίνεται για τελειωμένη ενέργεια (ή ηθελημένη παράλειψη του υπαλλήλου) να ασκήσει τα καθήκοντά του ή πρόκειται για ενέργεια (ή παράλειψη) που αφορά το μέλλον. Σε κάθε περίπτωση τα εν λόγω ωφελήματα που λαμβάνει ή απαιτεί ο υπάλληλος θα πρέπει να δίνονται για ενέργεια ή παράλειψή του σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων του, χωρίς να αντίκειται προς αυτά. Όπως υποστηρίζεται πρέπει να υφίσταται μία συνειδητή εξάρτηση της ενέργειας ή παράλειψης με το αθέμιτο δώρο, δηλαδή μία σχέση αντιπαροχής. Οι πράξεις ή οι παραλείψεις του υπαλλήλου μάλιστα δεν είναι απαραίτητο να αφορούν τον στενό κύκλο των αρμοδιοτήτων που του έχουν ανατεθεί αλλά μπορεί να λάβουν χώρα επ’ ευκαιρία εκτέλεσης των καθηκόντων του ή επωφελούμενος από τη θέση που κατέχει (βλ. αιτιολογική έκθεση του νέου ΠΚ). Αν από την άλλη η ως άνω ενέργεια ή παράλειψη του υπαιτίου υπαλλήλου αντίκεται στα καθήκοντά του, τότε εκείνος, σύμφωνα με την δεύτερη παράγραφο του άρθρου 235 ΠΚ, τιμωρείται βαρύτερα δηλαδή με κάθειρξη έως δέκα έτη και χρηματική ποινή. Υποκειμενικώς απαιτείται δόλος, δηλαδή γνώση του υπαλλήλου, ότι απαιτεί ή δέχεται τα ωφελήματα ή την υπόσχεση αυτών για ενέργεια ή παράλειψή του, αναγόμενη ή αντικείμενη στα καθήκοντά του και θέληση αυτού να πράξει τούτο (ΑΠ 718/2020).
Φυσικά στην έννοια του αθέμιτου ωφελήματος δεν συμπεριλαμβάνονται μικρής αξίας ή συμβολικού χαρακτήρα παροχές ή χειρονομίες στις οποίες μπορεί ο πολίτης να προβεί «στο πλαίσιο κοινωνικά πρόσφορων εκδηλώσεων φιλοφροσύνης ή ευπρέπειας». Όπως γίνεται αντιληπτό, κάτι τέτοιο έχει ιδιαίτερη σημασία, αν λάβουμε υπόψιν την ελληνική κοινωνία, τα έθιμα και τις παραδόσεις της. Έτσι γίνεται δεκτό ότι δεν συνιστά δωροληψία η αποστολή φιαλών οίνου ή γλυκών στην ονομαστική εορτή του υπαλλήλου ή για τον εορτασμό της άφιξης του νέου έτους σε οδοκαθαριστές του Δήμου.
Το παρόν δεν αποτελεί νομική ή άλλη επαγγελματική συμβουλή και για οποιοδήποτε νομικό πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι αναγνώστες θα πρέπει να αναζητήσουν τον αντίστοιχο επαγγελματία.